top of page

Harley Davidson fat bob

  • Writer: Διονυσης Μπουκας
    Διονυσης Μπουκας
  • Feb 5, 2020
  • 5 min read

Μια μοτοσυκλέτα που αποθεώνει το “πολύ” σε κάθε του έκφανση και υποστηρίζει την γοητεία της με την υπερβολή! Γιατί; Γιατί έτσι! Δύσκολο να “καταλάβει” κανείς το Fat Bob με ορθολογιστική προσέγγιση. Γιατί να είναι τόσο μεγάλο; Χρειαζόταν πραγματικά κινητήρας 1.868 κ.εκ.; Αν ναι, γιατί βγάζει 94 ίππους; Και δηλαδή κοστίζει τόσο, είναι πρακτικά μονοθέσιο και έχει μόνο αυτόν τον εξοπλισμό; Ναι! Και η απάντηση σε όλα αυτά, είναι, γιατί έτσι! Αν δεν το δέχεστε αυτό ως τοποθέτηση, δεν χρειάζεται να συνεχίσετε την ανάγνωση της παρούσας δοκιμής, δεν έχει νόημα να ασχοληθείτε με κάτι που δεν κατανοείτε το νόημα της ύπαρξης του. Γιατί τελικά υπάρχει νόημα σε όλο αυτόν τον μαξιμαλισμό.

Είναι, σε μια εποχή πολιτικής ορθότητας, ο “απαγορευμένος καρπός”, η αμαρτία σε δύο τροχούς, το όχημα που κάθε όψιμος “vegetarian” – “οικολόγος” – “αριστεριστής” θα ήθελε να εξαφανίσει από τον πλανήτη και τον γαλαξία ολόκληρο. Τυγχάνει να κατασκευάζεται στην άλλη πάντα του Ατλαντικού, στην Γη του “bigger is better”, εκεί που απροκάλυπτα, ξεκάθαρα και ωμά, το μέγεθος μετράει! Αυτό είναι, δεν προσπαθεί να κρυφτεί, ούτε να σε ξεγελάσει. Σου κάνει; Αν ναι, κανένα πρόβλημα… Ε όχι και fat... ευτραφές ίσως... To Fat Bob παρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 2017, μαζί με τα υπόλοιπα επτά μοντέλα μιας ριζικά ανανεωμένης γκάμας, που συγχώνευε τις σειρές των Dyna και Softail σε μια, διατηρώντας το όνομα της δεύτερης. Ο όρος “ριζική ανανέωση” δεν χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικά, ούτε “marketinίστικα” από την Harley-Davidson, αφού το Fat Bob, όπως και όλα τα μοντέλα της σειράς, έφερε νέο πλαίσιο, νέο κινητήρα και νέα περιφερειακά. Με λίγα λόγια, τα πάντα είχαν αλλάξει δηλαδή και δεν θα ήταν υπερβολή αν μιλούσαμε για εντελώς νέο μοντέλο, πόσο μάλλον όταν η ανανέωση του, συνέπεσε και με γενικότερη μεταστροφή στην κατασκευαστική φιλοσοφία της Harley-Davidson, που θέλει τις μοτοσυκλέτες της να έχουν σύγχρονα οδηγικά χαρακτηριστικά χωρίς όμως να απολέσουν την ξεχωριστή τους αίσθηση.



Σε ότι αφορά στο πλαίσιο του Fat Bob, η αρχιτεκτονική του και τα υλικό κατασκευής (ατσάλι) δεν έχουν αλλάξει, όμως η νέα σχεδίαση, έχει επιφέρει μια πολύ μεγάλη μείωση στα κιλά σε συνδυασμό με 34% περισσότερη ακαμψία. Το ανεστραμμένο πιρούνι διαμέτρου 43 χλστ., κατασκευάζεται από την Showa και φέρει την τεχνολογία SDBV (Showa Dual Bending Valve), δηλαδή λειτουργεί σαν cartridge αλλά δεν είναι cartridge (Παίσιος mode) και δεν έχει την πολυπλοκότητα, το κόστος και το βάρος ενός cartridge πιρουνιού. Στα φρένα, το Fat Bob φέρει δύο τετραπίστονες δαγκάνες μπροστά και μια διπίστονη πλευτή πίσω, οι οποίες ελέγονται από ABS μονάδα. Το ABS, είναι και το μοναδικό ηλεκτρονικό βοήθημα, traction, riding modes, χάρτες, πυξίδες και αστρολάβους ξεχάστε τα εδώ, και αν αναρωτιέστε γιατί, η απάντηση δόθηκε πιο πάνω… γιατί έτσι. Muscle + Bobber = Muscbber …ή Βoscle, αν προτιμάτε. Σε κάθε περίπτωση, ο συνδυασμός αυτών των δυο κατηγοριών, είναι που ορίζει την σχεδιαστική ταυτότητα του Fat Bob. Οι 16άρες ζάντες αλουμινίου με τα ελαστικά διαστάσεων 150/80… μπροστά και 180/70 πίσω, το κομμένο φτερό στην ουρά και ο μινιμαλισμός στο χρώμα, είναι στοιχεία που προέρχονται από τον κόσμο των Bobber. Από την άλλη, ο δυναμισμός των γραμμών και των λιγοστών διακοσμητικών στοιχειών, καθώς και ο χαρακτηριστικός “δεν τον μπερδεύεις με τίποτα άλλο” προβολέας, παραπέμπουν σε muscle κατασκευή και μάλιστα από αυτές τις τελείως… “υποχθόνιες” που έχουν γεννηθεί σε κάποιο ύποπτο γκαράζ και βγαίνουν έξω μόνο νύχτα, για να μοιράσουν πόνο και καμένο λάστιχο σε διαδοχικές “φαναριές”.

Κτηνοτήρας” εσωτερικής καύσης 1.868 κ.εκ.! Δηλαδή 934 κ.εκ. ανά κύλινδρο, με πιστόνια διαμέτρου 100 χλστ. που “ταξιδεύουν” 111 xλστ. μπρος – πίσω. Μια από τις εκφράσεις που λέγονται συχνά για τις μοτοσυκλέτες μεγάλου κυβισμού, είναι ότι τα πιστόνια τους πρέπει να είναι… σαν τασάκια. Ε λοιπόν, στην περίπτωση του Fat Bob, ναι, ισχύει, αφού η μέση διάμετρος ενός σταχτοδοχείου είναι 10 εκατοστά! Μιλάμε για ένα από τους μεγαλύτερους V2 κινητήρες ευρείας παραγωγής όλων των εποχών και αυτό από μόνο του, αρκεί για να προσδώσει πόντους στο Fat Bob. O Μilwaukee 8, όπως είναι το όνομα της νέας αυτής γενιάς κινητήρων, στη έκδοση “114” είναι μερικώς υγρόψυκτος, με ψυκτικό υγρό να κυκλοφορεί στις κεφαλές οι οποίες και φιλοξενούν τέσσερις βαλβίδες η κάθε μια. Οι οκτώ συνολικά βαλβίδες, οδηγούνται από ωστήρια, τα οποία παίρνουν κίνηση από έναν μονό εκκεντροφόρο που βρίσκεται ανάμεσα στους κυλίνδρους.



δεν υπάρχει κάτι που να προβληματίζει στον χειρισμό της μοτοσυκλέτας, τα χειριστήρια είναι εξαιρετικά (έχει δύο διακόπτες φλας, έναν σε κάθε grip) και μιας και το Fat Bob δεν έχει και πολύ ηλεκτρονικό, όλες οι πρόσθετες πληροφορίες είναι συγκεντρωμένες σε μια ψηφιακή οθόνη εντός του τεράστιου και κλασσικού σε όψη ταχύμετρου που δεσπόζει στο κέντρο του ρεζερβουάρ. Η πλάκα είναι ότι μπορεί κανείς να επιλέξει να φαίνεται σε αυτή την lcd οθόνη ψηφιακό στροφόμετρο… ε ναι, γιατί δεν έχει ροπή το μηχανάκι και πρέπει να την ψάχνεις… Όπως και να έχει, δεν είναι και ότι πιο ευανάγνωστο και πρακτικό το όλο σύστημα αλλά σκεφτείτε πόσο παράταιρη θα ήταν σε μια μοτοσυκλέτα σαν και αυτή μια χορταστική σε επιφάνεια και ενδείξεις, έγχρωμη TFT οθόνη. Thanks but no, thanks, που λένε και στην χώρα καταγωγής του.



Το Fat Bob, δεν είναι ελαφριά μοτοσυκλέτα, ζυγίζει 306 ολόκληρα κιλά και δεν χρειάζεται να το βάλει στο ζύγι κανείς για να το καταλάβει, αφού ακόμα και οπτικά, αποπνέει μια εντύπωση... βάρους, με όλη αυτή την “μασίφ” και “μυώδη” εμφάνιση του. Ωστόσο σηκώνοντας το από το stand, δεν νιώθεις ότι σε προκαλεί για πάλη. Το χαμηλό ύψος σέλας και οι ικανοποιητικοί μοχλοί στο τιμόνι, σίγουρα παίζουν ρόλο σε αυτό, όμως ακόμα και όταν το θεριό πάρει μπρος και αρχίζει να κινείται, πάλι η αίσθηση είναι ελαφριά ή για να το θέσω καλύτερα, δεν είναι σε καμία περίπτωση... απάλευτη. Τα εύσημα σε αυτή την περίπτωση ανήκουν στον τερατώδη στρόφαλο που μαζί με τα αντίβαρα του δημιουργούν τις αδρανειακές εκείνες δυνάμεις που κρατάνε χωρίς να ζορίζεται ο αναβάτης, όρθια την μοτοσυκλέτα, ακόμα και σε ταχύτητες βαδίσματος.




Ε ναι, έχει, V2 κοντά στα 2 λίτρα είναι αλλά από μόνο του αυτό το γεγονός δεν σημαίνει και πολλά. Εκεί που πρέπει να εστιάσει κανείς είναι η αίσθηση. Αυτή η περιβόητη αίσθηση στην οποία τόσο πολλά έχει επενδύσει η Harley – Davidson πασχίζοντας να την αναδείξει. Μακάρι να υπήρχε μια λειτουργία εικονικής πραγματικότης (ή εικονικής συναίσθησης, κάτι τέτοιο) μέσω της οποίας θα κάνατε download ένα αρχείο και θα το “φορτώνατε” στους νευρώνες και στις εγκεφαλικές σας συνάψεις για να πάρετε μια γεύση από αυτά που νοιώθει κανείς ανοίγοντας το γκάζι σε μια μοτοσυκλέτα σαν και αυτή. Δυστυχώς, δεν υπάρχει και πολύ φοβάμαι ότι μέσα από την γραφή είναι δύσκολο να αποτυπωθεί. Για αυτό επιμένω στο ότι οφείλεται στον εαυτό σας να κλείσετε ένα test ride! Πρέπει να το βιώσετε και εσείς, μόνο και μόνο για να εμπλουτίσετε το δίτροχο φάσμα τον εμπειριών σας. Δεν είναι ότι πιο γρήγορο, ούτε ανεβάζει στροφές σαν τρελό. Αλλά αυτό που ανοίγεις το γκάζι και αισθάνεσαι λες και η μοτοσυκλέτα περιστρέφει την Γη είναι μοναδικό και δεν το βρίσκεις πουθενά αλλού. To Fat Bob, είναι πρωτίστως ο κινητήρας του, όλα τα άλλα έπονται.

Πάμε να το δούμε με πιο πολυ λεπτομέρεια!





Πηγές

Motorbike.gr

Bikeit .gr


Comentarios


  • Instagram
  • Facebook Social Icon
bottom of page